Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

εἰς μέσον

См. также в других словарях:

  • μέσο — και μέσον, το (ΑM μέσον, Μ και μέσο και μεσόν, Α επικ. και ποιητ. τ. μέσσον) 1. κεντρικό σημείο ανάμεσα σε πολλά άτομα ή πράγματα, ο χώρος ανάμεσά τους, το κέντρο («το μέσο τής πλατείας») 2. το μεταξύ δύο ή περισσότερων τοπικών ορίων σημείο το… …   Dictionary of Greek

  • τίθημι — ΝΜΑ (μέσ. παθ.) τίθεμαι τοποθετούμαι νεοελλ. (κυρίως σε φρ.) α) «τίθεμαι επικεφαλής» i) μπαίνω πρώτος στη σειρά ii) μτφ. γίνομαι αρχηγός, προΐσταμαι β) «τίθεμαι επί ποδός» δραστηριοποιούμαι, κινητοποιούμαι γ) «τίθεμαι επί το έργον» καταπιάνομαι… …   Dictionary of Greek

  • προφέρω — ΝΜΑ, και προφέρνω Ν εκφωνώ, αρθρώνω φθόγγους ή φράσεις, ξεστομίζω (α. «δεν μπόρεσε να προφέρει λέξη» β. «ζῷα ἀνθρωπίνας προφέροντα φωνάς», Σέξτ. Εμπ. γ. «μῡθον προφέρων», Ευρ.) μσν. αρχ. φέρνω, δίνω ύπαρξη σε κάτι, παράγω (α. «σοφίαν τοῡ Θεοῡ...… …   Dictionary of Greek

  • Differences between codices Sinaiticus and Vaticanus — Codex Sinaiticus and Codex Vaticanus, two of great uncial codices, representatives of the Alexandrian text type, are considered excellent manuscript witnesses of the text of the New Testament. Most critical editions of the Greek New Testament… …   Wikipedia

  • ՄԷՋ — (միջոյ, ով. ʼի միջի. ՄԷՋՔ միջաց, կամ ջոց, ովք կամ օք.) NBH 2 0259 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 7c, 8c, 10c, 11c, 13c, 14c գ. ՄԷՋ ՄԷՋՔ. լծ. հյ. մէտ. յն. μέσος . լտ. medium, mediocritas. դաղմ. մէծ, մէ՛ծտու.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • συνεισελαύνω — ΜΑ μσν. (μτβ.) οδηγώ μέσα, εισελαύνω* κάποιον μαζί με κάποιον άλλον («συνεισελαύνει τοὺς γυρευτὰς εἰς μέσον», Στουδ. Θεόδ.) αρχ. (αμτβ.) εισέρχομαι συγχρόνως («συνεισελάσαι πάλιν εἰς τὸ στρατόπεδον», Πλούτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + εἰσελαύνω… …   Dictionary of Greek

  • “ХАЛДЕЙСКИЕ ОРАКУЛЫ” —     “ХАЛДЕЙСКИЕ ОРАКУЛЫ” (Τα των Χαλδαίων λόγια) восстанавливаемое по цитатам из позднейших авторов собрание гексаметров, возникшее в кон. 2 в.; отражает среднеплатонические представления о божестве и структуре универсума с сильной гностической… …   Философская энциклопедия

  • MANUS Laeva — instar clypei capiti praetendi solita, in Lucta Veterum, indigitatur Nonno. Καὶ πρόμος ἐις μέσον ἦλθεν, ἑοῦ προβλῆτα προσώπου Λαίην χεῖρα φέρων, σάκος ἔμφυτον Sic, inter alias Artis illius machinas erant, ut Stat. ait Thebaid. l. 6. aditus ad… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • UTRES — ludi olim genus. Erant enim, qui supra Utres oleô unctos et vinô plenos pedibus saltarent, inter quos censebantur victores, qui ita sese gerebant dextre, ut prae lubricitate humi non caderent, atque hi pro praemio utrem cum vino ferebant: qui… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • διαψάλλω — (Α) 1. επιτατικό τού ψάλλω* 2. (με αιτ.) δοκιμάζω ένα όργανο προτού παίξω δημόσια («οὔτε κιθαρῳδὸς εἰς μέσον ἔρχεται πρὶν καἰ σχολῇ διαψήλῃ τὴν λύραν», Ιμέριος) …   Dictionary of Greek

  • επιδικάσιμος — ἐπιδικάσιμος, ον (Α) [επιδίκαση] 1. αυτός τον οποίο μπορεί κανείς να τόν απαιτήσει δικαστικά με την αιτιολογία ότι τού ανήκει («κατατιθέναι εἰς μέσον ἐπιδικάσιμον τοῑς βουλομένοις», Ιώσ.) 2. περιζήτητος («οὔτε φίλοις ἐπιδικάσιμος οὔτε ἐχθροῑς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»